- Ἡφαιστιάς
- Ἡφαιστιάς, άδος, ἡ, name of aA plaster, Gal.12.234.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ἡφαιστιάς — plaster fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡφαιστιάδα — Ἡφαιστιάς plaster fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡφαιστιάδες — Ἡφαιστιάς plaster fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡφαιστιάδι — Ἡφαιστιάς plaster fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡφαιστιάδος — Ἡφαιστιάς plaster fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λήμνος — I Νησί (475,61 τ. χλμ., 18.104 κάτ.) του Βορείου Αιγαίου πελάγους. Μαζί με το νοτιότερο νησί Άγιος Ευστράτιος, αποτελούσε παλαιότερα επαρχία (521 τ. χλμ.) του νομού Λέσβου, στον οποίο υπάγεται διοικητικά και σήμερα. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η… … Dictionary of Greek
Διάς — Μία από τις τέσσερις αρχαιότατες φυλές της Αττικής. Οι άλλες τρεις ήταν η Αθηναΐς, η Ποσειδωνιάς και η Ηφαιστιάς … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Λήμνου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Λήμνου στεγάζεται στο διώροφο κτίριο του Διοικητηρίου της Τουρκοκρατίας, στη Μύρινα. Η πλούσια συλλογή του μουσείου περιλαμβάνει ευρήματα από όλη τη Λήμνο, που καλύπτουν χρονολογικά την ιστορία του νησιού από τη… … Dictionary of Greek